18.5.07

Με τίποτα


Μέρα βροχερή ξημέρωσε, μέρα για τζαζ και ζεστούς καφέδες. Το κάδρο έξω από το παράθυρό μου είναι φθινοπωρινό, τα φύλλα των δέντρων γυαλίζουν, ο ουρανός λεκιασμένος, η ατμόσφαιρα καθαρή, μυρίζει το χώμα, η γάτα τσαλαβουτάει στα νερά για να έρθει να φάει, ακούω το αγγελικό "Τhis love" του Craig Armstrong όλα δείχνουν όμορφα και ήσυχα αλλά εγώ βαριέμαι του θανατά. Δεν έχω όρεξη να κάνω τίποτα.

Κάποτε ζούσα στην Αθήνα, Αγ. Ελευθέριο, Κυψέλη, Ν. Κόσμο, Ιλίσια, Παγκράτι, άλλαζα σπίτι σχεδόν κάθε χρόνο, έλυσα το πρόβλημα της μετακίνησης κατορθώνοντας να βρω δουλειά ακριβώς δίπλα (!) από το σπίτι μου, χωρίς όμως να καταφέρω να μην αργώ στη δουλειά, χωρίς να μπορώ να καταργήσω όλες τις άλλες υποχρεωτικές μετακινήσεις που είναι το χειρότερο βασανιστήριο και κλέψιμο χρόνου και ψυχικής ηρεμίας κάθε κατοίκου μεγαλούπολης. Ο μύθος ότι στην Αθήνα έχεις επιλογές καταρρίφθηκε πολύ γρήγορα. Κινηματογράφοι, θέατρα, μουσεία, συναυλίες, πάρτι, τρέντι στέκια, events, είναι πάντα πολύ μακριά ή πολύ ακριβά ή και τα δύο. Επίσης μου την έσπαγε η μαζικότητα που υπήρχε ακόμα και στα πιο εναλλακτικά δρώμενα. Παντού πολλοί και πάντα παντού..χμ..
Για να μην αναφέρω τις μαζικές εξόδους! τις λεγόμενες "αποδράσεις" όλων αυτών των χιλιάδων ταλαίπωρων που ως έγκλειστοι "δραπέτευαν" κοπαδικώς.

Το θεωρούσα τουλάχιστον προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας να πρέπει να υπομείνεις όλο αυτό για να πας στη θάλασσα ή στην εξοχή για να συναντήσεις ορδές εκδρομέων που είχαν την ίδια ιδέα: να στριμωχτούν δίπλα σου.

Κάθε φορά, ζύγιαζα τα αρνητικά του κάθε τόπου κατοικίας και προσπαθούσα να μην τα έχω στην επόμενη κ.ο.κ αλλά πάντα ξεφύτρωναν άλλα που υπερσκέλιζαν τα θετικά!

Μέχρι που κατάφερα να πάρω στο λαιμό μου και τον άντρα μου και ήρθαμε σ' ένα υπέροχο μέρος, από τα ομορφότερα φυσικά τοπία της Ελλάδας, με θάλασσα, βουνά, δέντρα λουλούδια, πουλιά, οι τουρίστες χαζεύουν με τις ώρες τη θέα σα να έχουν πάθει εγκεφαλικό, κλαίνε οι επισκέπτες όταν φεύγουν και φυσιολάτρεις από το Μπορντώ και την Τοσκάνη αγοράζουν σπίτια εδώ. Αποτέλεσμα: (άλλη) μια τρύπα στο νερό. Ναι είναι υπέροχο να σε ξυπνούν τα πουλιά που κελαηδούν γλυκύτατα το πρωί και τη νύχτα να λάμπουν τόσο πολύ τ' αστέρια που σου φέρνουν δάκρια στα μάτια, να βλέπεις όλα τα χρώματα του κόσμου στα ανοιξιάτικα τοπία γύρω σου, να τρως αληθινό μέλι και ντομάτες από τον κήπο σου, αλλά.

Αυτό το "αλλά" είναι πολύ σπαστικό τελικά.

Μας λείπουν οι κινηματογράφοι,τα θέατρα, τα μουσεία και όλα αυτά που αναφέρω παραπάνω μιλώντας για την Αθήνα που τα έχει σε αφθονία -και παρ΄ όλο που δεν τα αξιοποιείς, δε σου λείπουν γιατί ξέρεις ότι υπάρχουν και αυτό σε καθυσυχάζει.
Συμπέρασμα 1: Maybe I'm just like my mother she's never satisfied


για να μην πω τίποτα πιο βαρύ


Συμπέρασμα 2: κάτι ήξερε και ο Καβάφης που ήταν κατά των μετακομίσεων και έλεγε: "Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες". Αλλά αυτό το ανακαλύπτεις πολύ αργότερα. Όταν βρεις τη σοφία θα χάσεις το "αλλά".



1 comment:

Anonymous said...

Το να ζεις στην Αθήνα δεν είναι πανάκια…. Αντίθετα προσπαθείς να επιβιώσεις στο χάος της τσιμεντούπολης, μέσα σε ξέφρενους και εξοντωτικούς ρυθμούς. Η καραμέλα της μεγαλούπολης δεν έχει καν γεύση και εσύ την πιπιλάς μόνο από συνήθεια. Μπορείς ακόμα να την παρομοιάσεις με ένα μεγάλο μπουφέ με κάθε λογής έδεσμα που απλώνεται μπροστά σου…. Έχεις την δυνατότητα να περιπλανιθείς σε άπειρες γαστριμαργικές απολαύσεις, να γνωρίσεις γεύσεις και μυρωδιές από όλο τον κόσμο, αλλά σε σταματάει μία μικρή λεπτομέρεια: είσαι σε αυστηρή δίαιτα :-( Αν την σπάσεις θα είναι αδύνατο να πετύχεις τον στόχο σου, που με τόσο κόπο έχεις θέσει.

Από την άλλη η επιστροφή στα πάτρια εδάφη φαίνεται ουτοπικά όμορφη. Ζεις με το όνειρο ότι κάποια στιγμή σύντομα θα επιστρέψεις στις ρίζες σου. Όμορφα απλά χωριά δίπλα στη θάλασσα, στο βουνό, με γνωστούς και φίλους να σε περιστοιχίζουν, χαλαρούς ρυθμούς ζωής και προπάντων διπλά στην οικογένειά σου. Και έρχεται αυτή η όμορφη στιγμή και επιστρέφεις… Ξαφνικά βιώνεις ένα μεγάλο πολιτισμικό σοκ. Συνειδητοποιείς ότι τίποτα δεν είναι πλέον όπως το άφησες. Φίλοι και γνωστοί έχουν μπει στις δικιές τους τροχιές, ο τόπος έχει μεταμορφωθεί – αλλοτριωθεί στο βωμό της πολιτισμικής ανάπλασης και οι γονείς από σώφρονες ενήλικες έχουν μεταμορφωθεί σε “νηπιαγωγείο”. Σε αυτή την περίπτωση έχεις δύο επιλογές: είτε αφομοιώνεσαι και γίνεσαι και εσύ με τη σειρά σου ένα κομμάτι του τοπικού πολιτισμικού παζλ, είτε αποφασίζεις να δηλώσεις παρίας και να εναντιωθείς στη απαλλοτρίωση της ψυχής και του χαρακτήρα σου.

Μετά από τόσα χρόνια απουσίας από τον τόπο μας, έχουμε αποκτήσει και εμείς τη δικιά μας σειρά καθώς και ιδιοτροπίες που μόνο οι άνθρωποι που ήταν κοντά μας τόσα χρόνια είναι σε θέση να αναγνωρίσουνε και να αποδεχτούν. Για τους υπόλοιπους έχουμε μείνει στη μνήμη τους όπως ήμασταν τον καιρό του αποχωρισμού. Το μόνο που μας μένει αυτή τη στιγμή είναι να στηριχθούμε στο ταίρι μας και να θέσουμε νέους στόχους, που θα μας δώσουν τη δύναμη να βγούμε από το τέλμα και τη στατικότητα της καθημερινής ζωής.

Κλείνω με τους παρακάτω στίχους:

(Ψόφιοι Κοριοί / Outro / Όμορφη Πόλη)

Μ' ένα τραγούδι αδειανό από λόγια,
μ’ ένα φεγγάρι αδειανό από φως
σε μια πόλη με ανθρώπους, πιο ξένους,
κι ένα κρύο που τρυπάει το μυαλό,
καλή η παρέα μα κι αυτή αραιώνει,
κάποιοι θα φύγουν θα μείνουμε μόνοι,
κι όσοι δεν φεύγουν, τις ώρες μετράνε,
βλέπουν τους τοίχους στο ταβάνι μιλάνε

Παγιδεύτηκα κι εγώ σε μια παραζάλη
που άθελά μου με κρατάει σε κανάλι
κι όλο φεύγω μακριά μα πάλι που σιωπάω
άρρωστη διαδρομή πιστά που την κρατάω

Mακριά από γνωστούς μακριά και από φίλους
προσπαθείς να πιαστείς από σύννεφα και ήλιους
πως περνάς σε ρωτούν σ' εκείνη την πόλη
μια χαρά λες εσύ μην το μάθουνε όλοι

Όμορφη πόλη με μια σκέψη την ώρα μας περνάμε,
πώς να φύγουμε από ΄δώ κι ας είναι πίσω να γυρνάμε