13.7.07

Kαρπούζι από τον τόπο σου…

Έχω την αίσθηση ότι τα πιο ζουμερά μας καλοκαίρια έχουν τη γεύση από τους χυμούς των παιδικών χρόνων.
Πάντα περίμενα το καλοκαίρι με λαχτάρα.
Ίσως γι' αυτό.
Ήθελα να ξαναγυρίσω σ' εκείνο τον α-χρονικό παράδεισο όπου τίποτα δεν ήταν απαραίτητο.
Υπήρχε ο αυτοσχεδιασμός.
Μια μόνιμη γεύση αλμύρας από ιδρώτα ή θάλασσα
Μεσημέρι κάτω από την κληματαριά και τα τζιτζίκια να ξεφαντώνουν.
Παγωτό χωνάκι ή πύραυλο -τον πιο μεγάλο- σοκολάτα.
Σταφύλια γλυκύτατα και τραγανά.


Ο παππούς πάντα πρόθυμος να μας κακομάθει και να μας ψευτομαλώσει "γλυκές ήταν οι ξυλιές ή ξινές;" "ξινές!", γέλια.
Οι θείες, οι θείοι, τα ξαδέρφια, ο ανταγωνισμός, οι διαγωνισμοί τραγουδιού, ομορφιάς, θάρρους, στριμωχνόμασταν όλοι στην κούνια και διηγούμασταν με στόμφο τα κατορθώματά μας.
Χρωματιστές λάμπες και πολύχρωμες κολοκύθες (τσούκοι) ολοκλήρωναν το θερινό υπαίθριο ντεκόρ. Κάποια τραγούδια συνθέτουν ανεξίτηλα το σάουντρακ εκείνης της εποχής: "Α-γοράζω παλιάαα" των Ολύμπιανς ή κάτι τέτοιο σε ντίσκο ρυθμό, το "Α κάζα ντι Ρένε" καθώς επίσης και όλος ο δίσκος των Pink Floyd "Τhe Wall" που είχα μάθει απ' έξω κι ανακωτά τα λόγια χωρίς να ξέρω καλά καλά αγγλικά και τέλος ένα άλλο, ίσως το πρώτο χιπ χοπ της εποχής που πήγαινε πολύ γρήγορα κάπως έτσι "ατισορενενό-νενό-νενό-νενόοο-δε μπρικιοστοπιτουδε μπέκιουγολ" (!).
Και βέβαια οι νυχτερινές σονάτες των γρύλων και των βατραχιών.


Οι εξερευνήσεις του πάνω δωματίου μας αντάμειβαν πάντα με θησαυρούς: άσχετες ξεθωριασμένες φωτογραφίες, και καλά κρυμμένα βιβλιαράκια Ζάκουλα και Horribile! ε ρε γλέντια, ιδίως με το δεύτερο που συνδύαζε δύο απαγορευμένα: σεξ και φρίκη! τα άλλα ξαδέρφια δε γνώριζαν τίποτα για αυτά, ήταν μικρότερα και αδαή (γιαυτό και πάντα κέρδιζα στο διαγωνισμό τραγουδιού με ρεπερτόριο το "Ένα πρωινό η Παναγιά μου" και "Σαν με κοιτάς").

Τα σεντόνια της γιαγιάς είχαν κάτι ψυχεδελικά-ποπ σχέδια και αυτό το εξοχικό όπως και το σπίτι τους στην πόλη μύριζε όχι ακριβώς όμορφα, αλλά ιδιαίτερα, ζεστά και ευχάριστα, σαν πράσινο σαπούνι, σαν...σόι, yo soy κτλ.
Αυτά ήταν.
Μετά διασκορπιστήκαμε, μεγαλώσαμε, μόνοι ή δυό δυό, τρεις τρεις περνάμε τα καλοκαίρια που οι απόγονοί μας θα νοσταλγούν και θα λένε αχ! πού είναι εκείνα τα τέλεια τετράγωνα καρπούζια με τη ροζ σάρκα και τις άσπρες ίνες που τρώγαμε πάνω απ' το λάπτοτ στην παραλία, εκείνη τη χρυσή εποχή της ευρυζωνικότητας...αυτά ήταν!

1 comment:

balabala bambaluna ( pink, of course ) said...

σταθερα πολυ καλη!!!!το εννοω.
κανω τις κλασικες νυχτερινες βολτιτσες μου. φιλια,
balabala bambaluna