15.1.22

Στ' άχτι

Κάθε φορά που αδειάζω το τασάκι ξαναγεννιέμαι Κανείς δεν σ΄αγαπά αν δεν σε ξέρει μες τις στάχτες σου Ψάχνοντας βρήκα εσένα πριν, μετά εμένα Ανάμεσα στο θαύμα και στο τραύμα σε περίμενα.

8.1.22

Άνθη

Μισάνοιχτη άφησε τη θύρα 

μα περίκλειστη από άνθη 

Κι ήμουν το θήραμα.

1.1.22

Πρωτοχρονιάτικο

(Της πανδημίας, σε ρυθμό ραπ)

Παράξενη εποχή λες «περαστικά» «επίσης» ακυρωμένες προσκλήσεις, προκλήσεις, δελτία τρόμου στις ειδήσεις, τρέχεις να ξεφύγεις κλείνεις τ’ αυτιά να μην ακούς τις σκέψεις, ευχές για υγεία, ευτυχία, ελευθερία, κραυγές και απόκοσμη ησυχία 

 Δρόμοι αδιάβατοι όπως τα όνειρα που έκανες, τοπία που δεν είδες προορισμοί που δεν έφτασες, δεν δραπέτευσες, οι πόλεις έκλεισαν άδειασαν πάγωσαν, τα σπίτια μίκρυναν κλείδωσαν, παράθυρα χτίστηκαν και οι τοίχοι μεγάλωσαν 

Ο χρόνος κυλάει τρέχει και τρώει σαν Κρόνος, μοιράζεται ο πόνος όταν δεν είσαι μόνος μα να που τώρα διπλασιάζεται ο πόνος καθώς η Αστυνομία Υγείας μετράει την απόσταση, είναι έγκλημα κι αρρώστια η κάθε επαφή, μην έρχεσαι κοντά μην κολλάς μην περνάς καλά μην ησυχάζεις, ξέχνα τη μουσική τα ξενύχτια τις αλλόκοτες φάσεις, μη φασώνεσαι κι αν φτερνίζεσαι και βήχεις αυτοκτόνα 

Σ’ αγαπάω και σε θέλω κοντά μου, πλησιάζω μα φεύγεις μακριά, φωνάζω δεν ακούγεται η φωνή μου, σε ανταλλάζω με τη πιο βαριά ποινή μου, φοράμε μάσκες και ποιος ξέρει αν χαμογελάμε ή αν σφίγγουμε τα δόντια όταν μιλάμε κι αν μυρίζουμε τον πόθο ή την απόγνωση, τα λουλούδια που κόψαμε όταν το πήραμε απόφαση ήταν χάρτινα και ήταν τα μόνα σχέδια που κάναμε 

Στο σκοτάδι όταν είμαστε μόνοι και μετράμε αστέρια και σύννεφα γεννιόμαστε ξανά και πεθαίνουμε μέσα στη φωτιά, για μια στιγμή ανασαίνουμε, κάνουμε κύκλους συγκρουόμαστε και μετά ενωνόμαστε, σε τραγούδια υπάρχουμε μα ακόμα τα ψάχνουμε ξεχνώντας το φως κάθε βράδυ μέχρι να χαράξει η μέρα το νέο μας πρόσωπο, που πάνω του ο ήλιος θα βγει κι από κει θα μας γελάσει

18.11.21

Έξω


Μια γυναίκα βγαίνει στο μπαλκόνι. Μεσήλικη και κάπως στρογγυλή. 
Σταυρώνει τα χέρια στο στέρνο και οσμίζεται τον αέρα. 
Θα βρέξει; ν' απλώσω τα ρούχα; 
 Ή μήπως να κατέβω να παίξω σχοινάκι στην αυλή;

27.3.16

Αναστασία




Είναι μια σπηλιά
είναι ένα νησί
ένα πετράδι
Είναι η λάβα κ το στερέωμα
μία κοιλάδα
Είναι βουνά, ο γαλαξίας κ ο βυθός
ο θησαυρός
Είναι η γη
είναι πηγή
είναι γυαλί κι άμμος μαζί
Είναι ο χρόνος
ο συμπυκνωμένος κόσμος
Είναι η αγάπη η ομορφιά
καταιγισμός
ηφαίστειο από γιασεμιά

χιλιάδες άστρα στις βλεφαρίδες της.

26.3.16

Ζωή




Κάθε μέρα που περνάει μας φέρνει πιο κοντά στο θάνατο. Για τον ίδιο λόγο, κάθε μέρα που περνάει μας φέρνει πιο κοντά στη ζωή.
Μ΄έχει καθηλώσει η λαχτάρα και το φόκους στο βλέμμα αυτής της γυναίκας μπροστά στο μαύρο σταφύλι το στυφόγλυκο, το πιάσιμο του τσαμπιού και με τα πέντε δάχτυλα, που έχουν ζυμώσει, έχουν πλάσει ζωή, έχουν σκάψει το χώμα, το έχουν ρίξει σε παλιούς αγαπημένους. 
Μα η ζωή είναι πάντα μπροστά, στην πιατέλα ολόδροση και η ρώγα του σταφυλιού γίνεται πάλι το βυζί της μάνας, αχ μανούλα μου, κάμε με πάλι απ΄την αρχή, μωρό, παιδί και μετά όμορφη κοπέλα, να περπατώ και να πλαντάζουν οι καρδιές κάτω από τα πουκάμισα, να χαρώ, να κλάψω, να υφάνω του κόσμου τις ομορφιές, να με γλυκοφιλήσουν, να ζήσω και να ξαναζήσω.
Σε αρπάζω και βαστιέμαι ολόκληρη, όλα τα χρόνια και οι μάχες μου, τα βάρη τα γλυκόστυφα, τα σταφιδιασμένα, από ένα τσαμπί σταφύλι.


22.3.16

Νομίζω έχει πέσει ένα κουμπί



Σήμερα που η Ευρώπη βιώνει τον τρόμο, κατάφερα να βρω μετά από χρόνια τους κωδικούς αυτού του μπλογκ.
Εγκαινιάζω τη νέα εποχή, μ' αυτή τη φωτογραφία του χρήστη του fb Giulio Limongelli.
Μέσα στη φρίκη, η γυναίκα γαντζώνεται στο παλτό που κρέμεται, ενώ το παιδί στέκεται μόνο του.

21.12.13

Βίος αβίωτος




Στις 6.45. Δεν είχε αρχίσει ακόμα η μικρότερη μέρα του χρόνου. Θα είχε προσπαθήσει ίσως να κοιμηθεί αλλά δεν μπόρεσε. Ίσως και να περιπλανιόταν όλη νύχτα. Μόνος, 28 χρονών σε μια ξένη αφιλόξενη χώρα.
Άλλοι θα πήγαιναν αγουροξυπνημένοι στις κακοπληρωμένες δουλειές τους. Άλλοι θα γύριζαν από κάποια κραιπάλη. Όλοι με κόκκινα μάτια. Ήταν η ώρα που το κρύο σε ξυρίζει σαν λεπίδα. Λίγο πριν βγει ο ήλιος, λίγο πριν χαράξει η μικρότερη μέρα του κόσμου. Κάποιοι θα ήταν ακόμα στα κρεβάτια τους και άλλοι θα ξαπρυπνούσαν μπορστά σε οθόνες ή παράθυρα ή σε ζεστά κορμιά αγαπημένα. Εκείνος ήταν μόνος, γεννήθηκε το 1985 στον Ιράν, σε κάποιους θα έδωσε χαρά, αλλά το 2013 έχασε κάθε ελπίδα. Αποφάσισε να καεί σαν άστρο στη γωνία Αχαρνών και Αγ. Μελετίου. 


29.9.13

Δώρο


θέλω ένα απόγευμα να κλείσω τα μάτια και τ' αυτιά μου στις σειρήνες
των συναγερμών, των βομβαρδισμών, των καταφυγίων, των ασθενοφόρων, της φωτιάς και του πολέμου
και σα να μην υπάρχει χρόνος ν' ακούσω αυτό



όπως δεν το άκουσα τότε που τίποτα δεν ήξερα και τα γνώριζα όλα

1.9.13

Ξανά Αθώοι


Κάθε καλοκαίρι ανοίγει μια χαραμάδα στο φως της παιδικής ηλικίας
Συνωμοσία ενάντια στο χρόνο που κυλάει σαν πέτρα πάνω σου
Μια ζαβολιά
 στ’ αριθμημένα βότσαλα της ζωής σου

Μια βόλτα στο προαύλιο, χορός με μιαν αχτίδα
Μια μαγική γουλιά
ν΄ αναμετρηθείς με την ώρα των θαυμάτων

Γυμνοί και ελεύθεροι καιγόμαστε
ιδρώνουνε τα σωθικά
κίτρινο κροκί ζεστό το μεσημέρι
λιωμένο σε λεκέδες στάζει
υγρό πυρ

            Είναι το δέρμα απέραντη ερημιά αχαρτογράφητη
κι ανάβουν αντικατοπτρισμοί από την άμμο στο σεντόνι

Τ' απογεύματα πλεούμενο
 και μετά πάλι κάρβουνο
στης νύχτας το μαγκάλι






κείμενο γραμμένο για το Μπαχάρ* 5

4.8.13

Αστρόμαυρο





Άναψα ένα τσιγάρο σαν άστρο έγινε στάχτη
δεν είχα άλλο χρόνο
για να περιμένω ο χρόνος μου τ
έλειωνε μπροστά μου μαλακό χρυσάφι
τον περπάτησα
σαν δρόμο που βράζει
από σώματα ανενεργά
ακίνητα
αυτοκίνητα καταλαμβάνουν τους δρόμους τρώνε το χώρο
νόμοι πέφτουν στους υπονόμους
λερώνουν
αυτούς που αγγίζουν
οι φτωχοί είναι παράνομοι
υπάνθρωποι
οι απάνθρωποι καθαροί γυαλίζουν μες στις φούσκες τους
στις φλέβες τους φορμόλη
κατατρώει κάθε ίχνος ζωής
τα βουνά υψώνονται
η θάλασσα απλώνεται
τα δέντρα μεγαλώνουν
οι άνθρωποι τρώγονται


27.7.13

DNA


μετά από πολλά καλοκαίρια χτίζεται ένας πύργος από "βιβλία παραλίας" 
παραμορφωμένα από την άμμο, το αλάτι
 τους καφέδες, τα μυρμήγκια, καύτρες τσιγάρων και ζουμιά από φρούτα
τον ήλιο, τις ανάσες, τον ιδρώτα
ξερές σελίδες 
που έκρυψαν το πρόσωπό σου από τη βοή του κόσμου
ποτισμένες με θάλασσα σταγόνες στον ωκεανό της ύπαρξης 
της μοναξιάς που υψώνεται 
σε ηχητικό τείχος τζιτζικιών
χαρτιά που δέθηκαν σε κατάρτια και σε ταξίδεψαν


7.7.13

Ηδυπόθειο σύμπλεγμα




Σ' αυτή την πίστα, ακριβώς τη στιγμή που πήγαιναν να συναντηθούν έτρεχαν και οι δύο ξέφρενα  προς την αντίθετη κατεύθυνση

- Φυσικά και τα έχουμε ξαναζήσει όλα αυτά, πολλές φορές και στο τέλος τί απομένει; ένα deja vu του άρρητου. Γνωρίζεις όλα τα σπόιλερ αλλά θέλεις να ξαναδείς το έργο με την παράλογη ελπίδα ότι δεν θα γίνει πάλι έτσι

- Έλα λοιπόν να δούμε μια επανάληψη μαζί

- Πες μου ιστορίες που δεν θέλω να ξέρω

- Τα μάτια μου γίνονται βελούδινα όταν πέφτουν πάνω σου

- Κάθε φορά που πάω να σου μιλήσω γεμίζει βότσαλα το στόμα μου

- Όλη μέρα χθες σκεφτόμουν τα λόγια που δεν είπαμε

- Γι' αυτό προτιμώ να σου μιλάω χωρίς λόγια

- Θέλω να μ η λ ύ σ ο υ μ ε

- Ξενάκι είμαι και μιλάς τη μητρική μου γλώσσα

- Κοινή πατρίδα το σκοτάδι


διέσχισαν τα σύνορα σιωπηλοί για να μην ξυπνήσουν τα όρια


- Πόσες φορές έχει ειπωθεί το "μου λείπεις" με μοναδική -κάθε φορά- απόγνωση;

- Μόλις αρχίσεις να μ' αγαπάς θα μισήσω τον εαυτό μου

- Έτσι, ανεπαίσθητα σαν την ανατολή, αλλάζουν τα χρώματά μου για σένα

-  Θα κατοικείς για πάντα στο άλλο ημισφαίριο, όταν θα καίω το φως, θα σβήνεις το σκοτάδι

- Υπάρχει κάτι πιο επώδυνο από τους ανεκπλήρωτους έρωτες: αυτοί που βρήκαν ανταπόκριση

- Το μόνο που ήθελα, να φεύγαμε σε μια ταινία μαζί

- Δεν αγαπάμε παρά τον εαυτό μας, πάρ' το χαμπάρι -και ο έρωτας, ένα ξόμπλι στο τομάρι μας

- Έλα να σιχαθούμε μαζί στο ηλιοβασίλεμα

- "Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό στάλα τη στάλα συναγμένο απ' το κορμί σου" ή θάνατος

- Η ποίηση είναι από μόνη της μια όμορφη λέξη και σε περικλείει

- Πάλι δεν θα πεθάνουμε μαζί απόψε

- Μπρος γκρεμός και πίσω αναστεναγμός

- Είσαι η αρρώστια και η γιατρειά μαζί

- Μωρό μου είναι τόσο ωραίο αυτό που ζούμε, πρέπει να μείνουμε μαζί για να το καταστρέψουμε

.-

30.6.13

Αποστροφή


θα πεθαίνω κι εσύ δίπλα μου θα βλέπεις σήριαλ
ακινητοποιημένοι σαν λαγοί από τα φώτα των αυτοκινήτων
σ' έναν επαρχιακό δρόμο
όπου όλοι έρχονται
αλλά κανείς δεν φεύγει

παρακάτω διάτρητη η πινακίδα με την επικίνδυνη στροφή
θα στέκει περήφανη που δεν προειδοποίησε κανέναν


9.5.13

Dentro de todo



κάθε φορά που μου λένε για ένα θάνατο 
ένα γυμνό δέντρο φυτρώνει στο μέτωπό μου 
ο κορμός ανάμεσα στα φρύδια οι ρίζες στα μάτια
με σπρώχνουν προς τα κάτω
να συναντήσω το πεπρωμένο μου
το κοιτάζω και με κοιτάζει
ξέρει πως θα νικήσει
ξέρω πως θα ζήσω 
σα να μην το ξέρω
έτσι φτιάχνω κάστρα και οχυρά στο χώμα
μέχρι να έρθει η βροχή
και το δέντρο ν' ανθίσει










1.5.13

Οι μπλε άνθρωποι



Στη φυλή Τουαρέγκ όποιος αρνηθεί νερό σε διψασμένο καταδικάζεται σε θάνατο
Στη φυλή Τουαρέγκ όποιος αρνηθεί νερό σε διψασμένο καταδικάζεται 
Στη φυλή Τουαρέγκ όποιος αρνηθεί νερό σε διψασμένο 
Στη φυλή Τουαρέγκ όποιος αρνηθεί νερό 
Στη φυλή Τουαρέγκ 
όποιος
αρνηθεί
νερό
σε 
διψασμένο
καταδικάζεται
σε
θάνατο








27.4.13

Ορίζοντας



το σημείο της διαδρομής που παύεις να κοιτάς μπροστά και κοιτάς πίσω
λες και σε κυνηγάνε αυτά που άφησες
μετράς απουσίες
-δεν ξεμπερδεύεις εύκολα με τις απουσίες-
νιώθεις μια παράξενη δύναμη 
θλιμμένη δύναμη

ό,τι έκανες σ' έφτιαξε
κι αυτά ακόμα που κατέστρεψες

προχωράς όλο και πιο αμήχανα
γνωρίζοντας











24.4.13

Το είναι και το μη-δεν



δεν είμαι κέικ να με φτιάξεις ούτε ανθοδέσμη να συνθέσεις
δεν είμαι πέτρα ούτε χώμα να με πλάσεις
δεν είμαι επιφάνεια για να με ζωγραφίσεις 
ούτε έχω χρώμα για να καθορίσεις
δεν είμαι γράμμα φως ανθός δεν είμαι ουρανός
ούτε αντανάκλαση επιθυμίας ευθυμίας
δεν είμαι γάργαρο νερό να ξεδιψάσεις 
ούτε και ψέμα για να με ξεχάσεις
και μην πιστεύεις μη νομίζεις μην ελπίζεις
αέρας είμαι και φτιαγμένη από τις δικές μου αρνήσεις










20.4.13

Εισβολή




πού πήγε η περηφάνεια σου;
μου έρχεσαι σεινάμενη κουνάμενη
απρόσκλητη μέσα στη νύχτα να μου ζητάς χάδια
όταν κοιτάζω έξω από το παράθυρο χωρίς να βλέπω τίποτα
όταν προσηλώνομαι σε μια χαλασμένη οθόνη
όταν γράφω τ' όνομά μου για να με θυμηθώ
και σε διώχνω με κλωτσιές μα δε φεύγεις
στέκεσαι και με κοιτάζεις ικετεύωντας μέχρι να σπάσω
αλήτισσα βρωμόγατα 
φαντασία μου











17.4.13

Νότα



όταν θα πέσω θριαμβευτικά
σαν χάρτινο λουλούδι πίστας
στα πόδια ενός τραγουδιού που καίγεται
έλα να με μαζέψεις